Η Coca Cola, η Χούντα και η σκοτεινή ιστορία τους

Η προσέλκυση επενδύσεων είναι ένα από τα πολιτικά συνθήματα της επικαιρότητας. Αλλά οι ξένες επενδύσεις, κυρίως των πολυεθνικών εταιριών,  έχουν πάντοτε και τις πολύ σκοτεινές πλευρές τους. Ο τρόπος και οι όροι με τους οποίους “προσέλκυσε” η δικτατορία των συνταγματαρχών το ξένο κεφάλαιο είναι ένα παράδειγμα προς αποφυγή.
 
Στην ουσία η Χούντα δεν ήταν αυτή που προσέλκυσε κεφάλαια, αλλά ένα μέρος ξένου κεφάλαιου “εισέβαλλε” στην κυριολεξία για να κατακτήσει αναδυόμενες αγορές. Ενδεικτική  περίπτωση είναι η επένδυση της Coca Cola στην Ελλάδα και οι ποικίλες σχέσεις της με το καθεστώς των συνταγματαρχών.
Η αμερικανική πολυεθνική έκανε την εμφάνισή της στην ελληνική αγορά για πρώτη φορά δύο χρόνια μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 “ανοίγοντας” ένα εργοστάσιο στην Αθήνα και, δύο χρόνια αργότερα, ακολούθησε το άνοιγμα του εργοστασίου στην Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις στον τύπο της πόλης, το θέρος του 1971, άρχισε να λειτουργεί “το τελειότερον της Ευρώπης, το εργοστάσιον της Coca Cola Θεσσαλονίκης” – αυτός ήταν ο τίτλος μιας αναφοράς της φιλοκαθεστωτικής εφημερίδας “Ελληνικός Βορράς” (4 Ιουνίου 1971) στη νέα επένδυση της αμερικανικής πολυεθνικής στην Βόρεια Ελλάδα, μετά από εκείνη των Αθηνών.
Σύμφωνα με το “ρεπορτάζ” της εφημερίδας – στην ουσία πρόκειται για την αντιγραφή ανακοίνωσης της Coca Cola, σύμφωνα με τη μέχρι σήμερα ακολουθούμενη  αποικιοκρατική πρακτική της αμερικανικής πολυεθνικής απέναντι στον εγχώριο τύπο – “το εργοστάσιον της ΚΟΚΑ-ΚΟΛΑ που έχει τεθεί σε παραγωγική λειτουργία πριν δύο μήνες είναι το τελειότερον στο είδος του σ΄ ολόκληρη την Ευρώπη”. Και από ό,τι φαίνεται από το συγκεκριμένο “ρεπορτάζ” η κυριότερη προπαγανδιστική μέριμνα της αμερικανικής πολυεθνικής ήταν να πείσει τους Έλληνες καταναλωτές ότι η εταιρία είναι ελληνική – για αυτό πήρε και την προσωνυμία “Ελληνική Εταιρεία Εμφιαλώσεως Κόκα Κόλα”. Έτσι στο ίδιο “ρεπορτάζ” διαβάζουμε τα εξής συναφή: “Η Ελληνική Εταιρεία Εμφιαλώσεως είναι μια εταιρεία καθαρώς ελληνική, διότι τα στοιχεία που την απαρτίζουν είναι καθαρώς ελληνικά και το οικονομικό αποτέλεσμα παραμένει στην Ελλάδα. Από τον μεγαλύτερον διευθυντήν μέχρι τον μικρότερον εργάτην εις όλα τα κλιμάκια της απασχολήσεως δεν υπάρχει ούτε ένας αλλοδαπός”.
Το “ρεπορτάζ”, το οποίο υπογράφει ο δημοσιογράφος Νικ. Π. Στάγκος προσθέτει και άλλα στοιχεία, τα οποία υποτίθεται ότι καθιστούν την “Ελληνική Εταιρεία Εμφιάλωσης Coca Cola” ελληνική, ενώ παρόμοια “ρεπορτάζ” καταχωρούν στις σελίδες τους και άλλες τοπικές πολιτικές εφημερίδες, όπως η “Μακεδονία” ( 2 Ιουλίου 1971), “Θεσσαλονίκη” (3 Ιουλίου 1971, 12 Ιουλίου 1971), αλλά και αθλητικές, όπως η “Σπορ” (1 Ιουλίου 1971). Το πρώτο πράγμα που κάνει πάντοτε η αμερικανική πολυεθνική είναι να διπλαρώνει τον τύπο και τα υπόλοιπα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Στην αθλητική εφημερίδα “Σπορ” της Θεσσαλονίκης διαβάζουμε και το εξής: “Η Ελληνική Εταιρεία Εμφιαλώσεως Α.Ε. ανήκει εις το συγκρότημα επιχειρήσεων ΤΟΜ ΠΑΠΠΑΣ, του μεγάλου επιχειρηματίου και ευεργέτου της πατρίδος μας και δη της Βορ. Ελλάδος, όπου με την δημιουργίαν των μεγάλων βιομηχανικών μονάδων, συνετέλεσεν και συντελεί εις την άνοδον του κοινωνικοοικονομικού βιοτικού επιπέδου και προσφέρει απασχόλησιν εις χιλιάδας νέων εργαζομένων”.
Δε θα περιγράψω τις συνθήκες, υπό τις οποίες δούλευαν οι εργαζόμενοι της Coca Cola επί του καθεστώτος της στρατιωτικής Χούντας ( παράνομα δωδεκάωρα και δεκαπεντάωρα με απλήρωτες υπερωρίες, ανύπαρκτη ασφαλιστική κάλυψη, υφαρπαγή οικονομικών δικαιωμάτων των εργαζομένων κ.α.) [Βλ. σχετικώς για την πρώτη παράνομη εργατική κινητοποίηση στο εργοστάσιο της Coca Cola Θεσσαλονίκης την περίοδο της δικτατορίας το άρθρο μου στο Διαδίκτυο: Όμηρος Ταχμαζίδης, Από την εποχή της Χούντας τα καμώματα της Coca Cola]. Το ερώτημα μου στο προκείμενο άρθρο είναι το εξής: ήταν πράγματι ευεργεσία η εμφάνιση της Coca Cola στην ελληνική αγορά αναψυκτικών και χυμών την περίοδο της Χούντας;
Η αμερικανική πολυεθνική όταν εμφανίστηκε στην ελληνική αγορά, ο συγκεκριμένος κλάδος καθοριζόταν από την επιταχυνόμενη αύξηση της κατανάλωσης και κατά συνέπεια ευρισκόταν σε τροχιά ραγδαίας ανάπτυξης. Η Coca Cola εισέβαλλε σε μια ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά, στην ανάπτυξη της οποίας η ίδια δεν είχε συμβάλλει καθόλου. Τον Απρίλιο του 1970, όταν δεν είχε ακόμη λειτουργήσει το εργοστάσιο της Θεσσαλονίκης, η αθηναϊκή εφημερίδα “Η Βραδυνή” δημοσίευσε ένα σημείωμα με τον εύγλωττο τίτλο: “Αναψυκτικά. Αυξάνεται η κατανάλωσή τους”. Η ανάπτυξη αυτή συντελούνταν “σ΄ ολόκληρη τη χώρα”, ενώ πληροφορούμαστε επίσης ότι “οι πορτοκαλάδες έχουν το προβάδισμα στην προτίμηση του κοινού”. Η εφημερίδα παραθέτει και στατιστικά στοιχεία, τα οποία δείχνουν ότι  από το 1964 έως το 1970 η κατανάλωση αναψυκτικών στην Ελλάδα είχε τριπλασιαστεί και η τάση αυτή φαίνεται να εντείνονταν ακόμη περισσότερο. Το έτος  1970 υπήρχαν και λειτουργούσαν σε όλη τη χώρα συνολικώς 524 μονάδες εμφιάλωσης αναψυκτικών.
Στους νομούς Αττικής και Πειραιώς, σύμφωνα με δημοσίευμα της αθηναϊκής εφημερίδας “Απογευματινή” (27 Μαϊου 1971), λειτουργούσαν τα εργοστάσια των ακόλουθων γνωστών επιχειρήσεων με συνολική ετήσια κατανάλωση 30 εκατομμυρίων κιβωτίων:
1.ΗΒΗ. (με 9 προϊόντα διάφορα και σακχαρούχους χυμούς, πορτοκάλι, λεμόνι, βύσινο)
  1. ΦΙΞ. (με 5 προϊόντα διάφορα και σακχαρούχους χυμούς – πορτοκάλι, λεμόνι, βύσινο)
  2. ΧΕΛΜΟΣ. (με 5 προϊόντα)
  3. ΠΑΛΙΡΡΟΙΑ. (με πέντε προϊόντα διάφορα0
  4. ΦΡΟΥΤΑΛ. (με 6 προϊόντα)
  5. Άρωμα (με 4 προϊόντα)
  6. Ζενίθ (με 4 προϊόντα διάφορα και σακχαρούχους χυμούς – λεμόνι, πορτοκάλι, βύσινο)
  7. ΚΟΚΑ-ΚΟΛΑ (με 2 προϊόντα)”.
Από το ίδιο ρεπορτάζ, το οποίο υπογράφει ο δημοσιογράφος Βασίλης Γ. Παπαδάκης, πληροφορούμαστε επίσης ότι “οι ελληνικές βιομηχανίες καταναλίσκουν ετησίως περίπου 19. 951 τόννους πορτοκάλι, 42.001 τόννους λεμόνι, 1.759 τόννους βύσινο και 9.425 τόννους σακχαρούχο χυμό φρούτων”.
Ένα άλλο επίσης σημαντικό στοιχείο, το οποίο μας παρέχει το συγκεκριμένο ρεπορτάζ για την κατάσταση του κλάδου των αναψυκτικών και χυμών, την πρώτη περίοδο της έλευσης της Coca Cola στην Ελλάδα, είναι ότι “η βιομηχανία ΦΙΞ το 1970, εξήγαγε στην Ευρώπη, Αφρική και στις Αραβικές χώρες, φυσικούς χυμούς – πορτοκάλι, βύσινο – αξίας 33.000.000 δρχ.” και ότι “δια το 1971, έχει προγραμματισθεί η εξαγωγή Grape Fruit και λεμονιού (φυσικός χυμός)”.
Παρατηρώντας την άνοδο της εσωτερικής κατανάλωσης και τη σημαντική εξωστρέφεια κάποιων ελληνικών επιχειρήσεων του κλάδου από την περίοδο της δεκαετίας του 1960 και εντεύθεν, τίθεται ευλόγως το ερώτημα: τι ακριβώς “στράβωσε” και στη συνέχεια οδηγηθήκαμε στο de facto μονοπώλιο της Coca Cola με την “τσόντα” της Pepsi Cola και στην σχεδόν ολοσχερή καταστροφή της ελληνικής παραγωγικής υποδομής στον κλάδο των αναψυκτικών και χυμών τη στιγμή που μας κτύπησαν η κρίση και η πολιτική των “μνημονίων” την πόρτα;
Η απάντηση είναι πολύ απλή: η καταστροφή της ελληνικής παραγωγικής βάσεως συμβαδίζει με την εξάπλωση της Coca Cola, με θεμιτά και αθέμιτα μέσα, στην ελληνική αγορά. Η ιστορία της ανάπτυξης της Coca Cola και της κυριαρχίας της στην ελληνική αγορά αναψυκτικών και χυμών, είναι η άλλη όψη της καταστροφής της ντόπιας παραγωγής με ευθύνη των πολιτικών ηγεσιών της χώρας. Οι πολλαπλές βάσεις για την πριμοδότηση της πολυεθνικής και την εξόντωση του ελληνικού επιχειρείν ετέθησαν επί του καθεστώτος της στρατιωτικής Χούντας. Το συγκεκριμένο ρεπορτάζ της εφημερίδας “Απογευματινή” μας παρέχει μια πληροφορία για τη δουλικότητα του καθεστώτος της δικτατορίας απέναντι στην αμερικανική πολυεθνική. Αναφερόμενος ο συντάκτης του στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις του κλάδου σημειώνει: “Τα εγχώρια αναψυκτικά (χρησιμοποιούν ελληνικές πρώτες ύλες, δηλαδή πορτοκάλι, λεμόνι) υφίστανται οξύτατον ανταγωνισμόν από της εποχής εμφανίσεως στην αγορά αλλοδαπών αναψυκτικών, τα οποία απολαμβάνουν προνομιακής μεταχειρίσεως, μη υποκείμενα εις αγορανομικόν έλεγχον”!!!
Η σκοτεινή συμμαχία  της Coca Cola με το καθεστώς της στρατιωτικής τυραννίας είναι μια ιστορία, που δεν έχει φωτιστεί από όλες τις πλευρές της. Όλο το δίκτυο παρεμβάσεων  στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου, που έχει στημένο στην Ελλάδα το αυτοαποκαλούμενο “σύστημα Coca Cola”, έχει τις απαρχές του στην προνομιακή αντιμετώπισή της από το καθεστώς των συνταγματαρχών. Αυτό το “σύστημα” δεν αμφισβητήθηκε ποτέ ευθέως από την ελληνική κοινωνία – παρά τις μεμονωμένες αντιδράσεις Ελλήνων επιχειρηματιών που διασταυρώθηκαν με τις μονοπωλιακές πρακτικές της Coca Cola και παρά τις κατά καιρούς σκληρές συγκρούσεις με τους εργαζόμενους στα εργοστάσιά της – έως τη στιγμή, που επέλεξαν οι απεργοί του εργοστασίου της Θεσσαλονίκης το μποϊκοτάζ ως μέσο πίεσης για να επαναλειτουργήσει το εργοστάσιο και άρχισε να κυκλοφορεί ευρέως το σύνθημα “Ούτε γουλιά Coca Cola”.
Με μιας το “σύστημα Coca Cola” απογυμνώθηκε πλήρως και οι αθέμιτες πρακτικές του έγιναν ορατές: ο έλεγχος του τύπου και η χειραγώγηση της πληροφόρησης των πολιτών, η εργαλειοποίηση της δικαιοσύνης ως μέσο πίεσης προς ανταγωνιστές και εργαζόμενους, οι αθέμιτες πρακτικές στην αγορά κ.α. Όλα αυτά, ωστόσο, έχουν τη ρίζα τους στην εποχή της δικτατορίας, τότε που η Coca Cola, μια εταιρία με δύο μόνο προϊόντα στην ελληνική αγορά, “έστηνε” την μελλοντική επιχείρηση εξόντωσης του εγχώριου, δηλαδή ελληνικού επιχειρείν. Κατά την πάγια τακτική των πολυεθνικών σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Η αγαστή συνεργασία με το καθεστώς της δικτατορίας και οι προνομιακοί όροι εγκατάστασης  συνέβαλλαν στην ταχεία παγίωση και κυριαρχία της αμερικανικής πολυεθνικής στην ελληνική αγορά.
* Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι μέλος του Ε.Γ. της «Σοσιαλιστικής Προοπτικής» 
( www.sopro.gr )