Πέμπτη, Δεκεμβρίου 23, 2010

Η (ΣΟΦΗ) ΑΤΑΚΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


 Ι.Θ.ΚΑΚΡΙΔΗΣ
 ΓΙΑΤΙ ΔΙΔΑΣΚΟΥΜΕ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 
ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ


[......]
Ένα ακόμη μειονέχτημα του παλιού συστήματος[ΣΣ. Ο Κακριδής εννοεί

τη σχολαστική διδασκαλία των αρχαίων από το πρωτότυπο,
από την πρώτη κιόλας τάξη του Γυμνασίου, όπως γινόταν παλιά]'  ήθελε βέβαια να
δώσει όσο πιο πολλούς κλασικούς μπορούσε. Μα οι ώρες της διδασκαλίας
των αρχαίων Ελληνικών δεν ήταν και απεριόριστες. Έτσι τα παιδιά μας
έφευγαν από το Γυμνάσιο χωρίς να έχουν γνωρίσει τον Ησίοδο, τον
Αισχύλο, τον Μένανδρο, τον Πλούταρχο. Καθώς μάλιστα η ιστορία της
αρχαίας ελληνικής γραμματείας δεν διδασκόταν συστηματικά, ο
απόφοιτος του Γυμνασίου, κι αν είχε ακούσει κάτι για τον Αισχύλο, μια
φορά τους άλλους τους αγνοούσε και ως ονόματα.
Δεν εξαντλήσαμε όμως τα μειονεκτήματα του Γυμνασίου του
παλιού τύπου: Οι έξι τάξεις αποτελούσαν στο Γυμνάσιο αυτό μιαν
ενότητα∙ όπως και για τ΄ άλλα μαθήματα, το πρόγραμμά του για τα
αρχαία Ελληνικά ολοκληρωνόταν μόνο όταν ο μαθητής τελείωνε και την
τελευταία τάξη. Ποιος όμως συλλογιόταν τα παιδιά που από λόγους
διάφορους αναγκαζόταν ν΄ αφήνουν το σχολειό, πριν ολοκληρώσουν τις
γυμνασιακές σπουδές τους; Και δεν ήταν λίγα τα παιδιά αυτά. Από τις
επίσημες στατιστικές μαθαίνουμε πως ύστερα από την τρίτη τάξη, μόλις
τα πενήντα πέντε στα εκατό συνέχιζαν στην τέταρτη. Ας αφήσουμε τα
άλλα μαθήματα κ΄ ας δούμε γι΄ αυτά τα μισά σχεδόν παιδιά της Ελλάδας
τι αποκόμιζαν από τον αρχαίο κόσμο, όταν άφηναν μισοτελειωμένο το
Γυμνάσιο, για να ριχτούν στον αγώνα της ζωής: μια ατελέστατη γνώση
της αρχαίας γλώσσας και μερικά σπαράγματα κειμένου από 5–6
πεζογράφους. Για τα 45% από τα παιδιά μας δεν υπάρχει ούτε καν η μικρή
ωφέλεια, που έχουν από τους κλασικούς όσοι τελειώνουν τις γυμνασιακές
σπουδές τους. Σκοτώθηκαν κι αυτά και οι δάσκαλοί τους, για να μάθουν
την αρχαία γλώσσα και για να γνωρίσουν όχι και πολύ σπουδαίους
συγγραφείς, έξω από τον Ηρόδοτο: τον Λουκιανό, τον Ξενοφώντα, τον
Λυσία, τον Ισοκράτη, ό,τι γνώρισαν και από αυτούς! Και έφυγαν από το
σχολείο και αγνοώντας απόλυτα την Ιλιάδα, το Θουκυδίδη, τον Σοφοκλή,
τον Ευριπίδη, τον Πλάτωνα!
Και το νέο σύστημα; Μια και θα λείψει τώρα η δυσκολία της
γλώσσας, τα παιδιά μας θα μπορούν να χαρούν τους παλιούς κλασικούς –
πιο σωστά θα έλεγα: να χαρούν ορισμένους κλασικούς σε μεγαλύτερο
πλάτος και βάθος. Γιατί, κατά τη γνώμη μου, είναι ολέθριο το σύστημα
στην ίδια τάξη να διδάσκονται παράλληλα πολλοί συγγραφείς, που
ανήκουν σε διάφορες εποχές και σε διάφορα λογοτεχνικά είδη. Στην
πρώτη τάξη του Γυμνασίου θα έλεγα να διδαχτούν μόνο Οδύσσεια και
Ηρόδοτο, όλο το χρόνο, και τίποτε άλλο. Έτσι τα παιδιά θα προφτάσουν
να γνωρίσουν από το έργο του Ομήρου τουλάχιστο 10 ραψωδίες∙ μα και
τις υπόλοιπες θα τις διαβάσουν μόνα τους, γιατί θα έχουν αγαπήσει τον
ποιητή: πρώτα πρώτα γιατί θα μιλάει στη γλώσσα τους∙ έπειτα γιατί ο
καθηγητής θα έχει τώρα όλο τον καιρό και ιστορικά να τοποθετήσει τον
Όμηρο και για τη θρησκεία του να μιλήσει, και για τη μυθολογία του, και
για τα ήθη και έθιμα της εποχής του, προπαντός για τη μεγάλη του
τέχνη–όλα τα προβλήματα που γοητεύουν τους νέους. Ενώ ως τώρα, τόσο
λίγη ύλη που τους δίναμε, ούτε μπορούσαμε, μα ούτε και τον καιρό είχαμε
να τους οδηγήσουμε σε τέτοιους προβληματισμούς. Τους βασανίζαμε με
την ομηρική, γεμάτη ποικιλία, γραμματική και το λεξιλόγιο, χωρίς να τα
μαθαίνουν κι αυτά!
Τώρα θα μπορέσουν να παρακολουθήσουν και όλη την πορεία της
«παιδείας» του Τηλέμαχου, από τον πρωτόβγαλτο έφηβο της πρώτης
ραψωδίας ως τη στιγμή του, άντρας πια, θα πολεμήσει στο πλευρό του
πατέρα του. Και η μορφή του Οδυσσέα θα τους παρουσιαστεί σε όλο της
το βάθος και το πλάτος: πώς ο ήρωας παλεύει–με την παληκαριά του και
με την εξυπνάδα του–να γλιτώσει τους συντρόφους του από το χαμό∙ πώς
αντιδρά με την πείρα του και την υπομονή του στις συφορές που του
σωρεύουν οι θεοί και η μοίρα∙ πώς κερδίζει το σεβασμό και την αγάπη των
Φαιάκων αγνώριστος ακόμα, αυτός που φτάνει στο νησί τους χωρίς να
κρατάει τίποτε πάνω του, ούτε καν ένα κουρελιασμένο ρούχο, να κρύψει
τη γύμνια του∙ πώς με την παλικαριά του και την εξυπνάδα του πάλι θα
σκοτώσει τους μνηστήρες∙ πώς θα ξαναγυρίσει στη γυναίκα του
ξεπερνώντας τόσες περιπέτειες και τόσους πειρασμούς.
Το ίδιο θα χορτάσουν τώρα Ηρόδοτο τα παιδιά μας∙ θα τον
γνωρίσουν όχι μόνο από τα κεφάλαια που δίνουν περιγραφές μαχών,
αλλά και από εκεί που φωτίζει πρόσωπα και πράγματα με τα ατέλειωτα
χαριτωμένα ανέκδοτά του. Θα τον χαρούν και όταν περιγράφει μιας
χώρας τους θεούς, τους ανθρώπους, τα ζώα, τα βουνά και τα ποτάμια. Θα
μπορέσουν ακόμα ως ένα σημείο να παρακολουθήσουν με ποιο τρόπο ο
Ηρόδοτος κατόρθωσε να οργανώσει όλη την πολυποίκιλη ιστορική και
εθνογραφική ύλη που είχε μαζέψει στα ταξίδια του.
Σε μιαν άλλη τάξη του Γυμνασίου οι μαθηταί θα γνωρίσουν την
τραγωδία, και τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη, δυο τρία
έργα από τον καθένα, άλλα με περισσότερην ενβάθυνση και άλλα με
απλή ανάγνωση.
Παράλληλα–και αυτό το θεωρώ απαραίτητο–θα δοθεί στα χέρια
των παιδιών μια αρκετά διεξοδική ιστορία της αρχαίας λογοτεχνίας,
γραμμένη απλά και επαγωγά, με άφθονες μεταφράσεις όχι για να τη
μάθουν απέξω, αλλά για να μπορέσουν ν΄ αποχτήσουν μια κάπως
ολοκληρωμένη εικόνα της λογοτεχνικής δημιουργίας των αρχαίων
Ελλήνων.
Έτσι το Ελληνόπουλο, φεύγοντας από το τριτάξιο Γυμνάσιο θα έχει
ανθρωπιστική μόρφωση ασύγκριτα μεγαλύτερη από ό,τι σήμερα.
Προπαντός θα έχει αγαπήσει τον αρχαίο κόσμο, και είναι βέβαιο πως θα
έρχεται συχνότερα κοντά του από μεταφράσεις.
Μα η μετάφραση υστερεί πάντα μπροστά στο πρωτότυπο έργο.
Ειδικά η αρχαία γλώσσα με την ποικιλία της, με την ευστροφία της, με την
πλαστικότητά της, με τους πολλούς ονοματικούς προσδιορισμούς που
διαθέτει (πτώσεις, μετοχές, απαρέμφατα) είναι αυτή καθ΄ εαυτή ένα
αγαθό μορφωτικό. Έπειτα μορφή και περιεχόμενο στο μεγάλο έργο δεν
χωρίζονται, μόνο αποτελούν μια χημική ένωση δυσκολοξεδιάλυτη∙ ο
μεγάλος συγγραφέας εκφράζεται και με τη μορφή.
Την ορθότητα των ισχυρισμών την ξέρω και εγώ πολύ καλά, ίσως
καλύτερα από πολλούς. Νομίζω όμως πως ανήκει στη σοφία της ζωής να
ξέρεις τι μπορεί να πετύχεις και να πετυχαίνεις, όχι να κυνηγάς τα
αδύνατα και να μην κατορθώνεις τίποτε.
Και κάτι άλλο όμως: η μετάφραση έχει πολύ διαβληθεί στον τόπο
μας∙ από τη μια από τους ανθρώπους που πιστεύουν πως ό,τι ευγενικό και
ωραίο ειπώθηκε στην αρχαία Ελληνική γλώσσα, όταν μεταφραστεί στη
γλώσσα του λαού μας, αναγκαστικά ασχημίζει και εκχυδαΐζεται. Από την
άλλη υποπτεύονται τη μετάφραση εκείνοι που χρησιμοποίησαν ή είδαν τα
παιδιά τους να χρησιμοποιούν τις φοβερές σχολικές, που λέγονται,
μεταφράσεις, όπου δεν ξέρει κανείς τι κακοπαθεί περισσότερο, το νόημα
του κειμένου ή η σημερινή μας γλώσσα. Τέλος και οι οργανωμένες σειρές
εκδόσεων αρχαίων συγγραφέων από διάφορους λόγους δεν βοήθησαν και
πολύ για ν΄ αγαπηθεί η μετάφραση.
Η αλήθεια είναι πως μια μετάφραση, όταν γίνεται από άνθρωπο
που ξέρει και την αρχαία και τη νέα μας γλώσσα καλά, κι ακόμα έχει
συναίσθηση της σημασίας του έργου του, –μια καλή μετάφραση, κι αν δεν
μπορεί να ισοσταθμίσει το πρωτότυπο, μια φορά δεν είναι και τόσο χωρίς
αξία, όσο θέλουν να την παρουσιάζουν μερικοί. Μπορεί να μη δίνει τα 100
στα 100 από τις αξίες του πρωτότυπου έργου–και δεν μπορεί ποτέ να τα
δώσει, τα 80 όμως μπορεί να τα δώσει. Αν ο μεταφρασμένος αρχαίος
κλασικός δεν ήταν στοιχείο μορφωτικό μεγάλο κι αυτός, αν δεν επαίδευε
κι αυτός με το περιεχόμενο που διατηρεί και με τη δική του μορφή, ας
είναι και ατελέστερη, δεν θα έχαναν τον πολύτιμο καιρό τους τόσοι και
τόσοι κλασικοί φιλόλογοι σε όλο τον κόσμο–στα τελευταία μάλιστα
χρόνια οι πιο εκλεχτοί για να μεταφέρουν τ΄ αρχαία κείμενα στη γλώσσα
του καθένας. Αρχαία Ελληνικά, και καλά μάλιστα, δεν μπορεί να
μαθαίνει όλος ο κόσμος, ούτε θα ήταν ικανός γι΄ αυτό, τούτο όμως δεν
μας δίνει το δικαίωμα να του στερήσουμε ολωσδιόλου την ανεξάντλητη
και αναντικατάστατη πηγή της μόρφωσης, που είναι οι αρχαίοι Έλληνες
κλασικοί.
Τα παιδιά μας που δεν θα συνεχίσουν τις σπουδές τους, φεύγοντας
από το τριτάξιο Γυμνάσιο, για να ακολουθήσουν ένα επάγγελμα,
ανήκουν στον κόσμο, που δεν θα ξέρει τ΄ αρχαία Ελληνικά. Μα με την
οικείωσή τους με τους αρχαίους κλασικούς, ας είναι και από τις
μεταφράσεις, θα έχουν αποχτήσει κάτι πολύτιμο. Θα τους έχει ανοιχτεί η
αυλαία σ΄ έναν κόσμο θαυμαστό σε ομορφιά και σε σκέψη, και είμαι
βέβαιος πως θα ξαναγυρίζουν σ΄ αυτόν και αργότερα, πράγμα που δεν
γίνεται σήμερα.[......]

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗ ΜΝΗΜΕΙΩΔΗ ΟΜΙΛΙΑ
ΤΟΥ ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ

Ανέκδοτη ομιλία του Ι.Θ. Κακριδή: "Γιατί διδάσκουμε Αρχαία Ελληνικά στα παιδιά"

Δεν υπάρχουν σχόλια: